- εὐομιλία
- εὐομιλ-ία, ἡ,A charm of conversation, wit, Charis.pp.33. 12, 549.10K.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ευομιλία — εὐομιλία, ἡ (Α) το θέλγητρο τής ομιλίας, η πνευματώδης ομιλία, η ετοιμότητα πνεύματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ομιλία] … Dictionary of Greek